Κωνσταντίνος Τσουτσοπλίδης



Επιμέλεια: Στέλιος Τσεβάς

Ο Κωνσταντίνος Τσουτσοπλίδης, εκπρόσωπος τύπου του Γραφείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Ελλάδα, είναι ένας καταρτισμένος και δραστήριος λειτουργός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει διατελέσει Γενικός Γραμματέας στο ελληνικό Υπουργείο Εργασίας για αρκετα χρόνια. Η πορεία του στα ελληνικά και ενωσιακά πολιτικά πράγματα σε συνδυασμό με τις σπουδές και τη σοβαρότητά του προσέφεραν στη συζήτησή μια ιδιαίτερη οπτική για τη σχέση μας με την Ε.Ε. και τη σημερινή πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης. Σε μένα θύμισε πόσο σημαντικό είναι για κάποιον να πιστεύει σε αυτό που κάνει.

-Το συμφέρον της Ένωσης συμπίπτει με το συμφέρον των λαών της Ευρώπης;

Θα έπρεπε και πιστεύω ότι συμπίπτει.

-Τι σημαίνει η Ελλάδα σήμερα για την Ευρώπη;

Η έννοια της Ενωμένης Ευρώπης βασίζεται στην απόλυτη ισοτιμία των εταίρων και κατ’ αυτήν έννοια η Ελλάδα είναι κάτι διαφορετικό. Ειδικότερα, λόγω ιστορίας και λόγω ειδικού πολιτισμικού βάρους για την κοινή συνείδηση της Ευρώπης, η Ελλάδα είναι οι ρίζες και το ιστορικό της DNA.

-Αντίστροφα τι σημαίνει για την Ελλάδα η Ευρώπη;

Η Ευρώπη για την Ελλάδα είναι η μόνη αξιόπιστη προοπτική για να αναπτυχθεί θεσμικά, οικονομικά, πολιτικά και με όρους ασφάλειας.

-Μέχρι σήμερα η Ελλάδα έχει βγει κερδισμένη από τη συμμετοχή της στην Ένωση; Θα μπορούσε να επιβιώσει έξω από την Ε.Ε.;

Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι βγήκε κερδισμένη η Ελλάδα. Πέραν των προφανών με τη μορφή έργων, σε αυτές τις δεκαετίες της συμμετοχής μας το νομικό κεκτημένο της χώρας αναπτύχθηκε σημαντικά προς μια κατεύθυνση μιας πιο σύγχρονης κοινωνίας, οικονομίας και πολιτείας. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι έξω από το σαφές πλαίσιο της Ε.Ε. θα είχαμε κάνει αυτά τα βήματα. Το αν μπορεί να επιβιώσει έξω από την Ένωση, ασφαλώς. Αλλά εξαρτάται με ποιους όρους μπορεί ο καθένας να επιβιώσει. Πέραν των προφανών κινδύνων θα υφίσταντο οι Έλληνες μια ραγδαία υποβάθμιση του επιπέδου ζωής σε όλους τους τομείς.

-Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση και για την Ελλάδα και την Ένωση σήμερα;

Για την Ένωση η μεγαλύτερη πρόκληση είναι ξεπεράσει την κρίση και να μπορέσει να προσφέρει μια προοπτική στους λαούς της Ευρώπης. Η Ένωση δημιουργήθηκε στον απόηχο του Β΄ΠΠ και κατάφερε πραγματικά να προσφέρει ειρήνη και να εξασφαλίσει για δεκαετίες ευημερία στον Ευρωπαίο πολίτη. Αυτό που πρέπει να κάνει τώρα είναι να βρει τον τρόπο να απαντήσει στις νέες προκλήσεις, οι οποίες έχουν να κάνουν με την παγκοσμιοποίηση και την ένταξη νέων οικονομιών στην Αγορά. Αυτό που μας ενδιαφέρει τελικά είναι να καταφέρουμε να γίνουμε ξανά μια από τις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες του πλανήτη κρατώντας το επίπεδο πολιτισμού και κοινωνικής συνοχής που συνάδει με το ευρωπαϊκό πρότυπο.
Για την Ελλάδα η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να μπορέσει να παρακολουθήσει όλα τα προηγούμενα εντός της Ε.Ε. Και γι αυτό δεν αρκεί μια παθητική στάση. Θα πρέπει να αναλάβουμε πρωτοβουλίες σαν κοινωνία για να παρακολουθήσουμε αυτές τις –καθόλου εύκολες- εξελίξεις, αλλά και να μπορέσουμε να τις συνδιαμορφώσουμε προς μια κατεύθυνση συμβατή με τις παραδόσεις και τις ελπίδες του λαού μας.

-Πως αξιολογείτε την δράση των ελληνικών κομμάτων στη μεταπολίτευση. Ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος της αντιπολίτευσης και ποια η σωστότερη κίνηση των κυβερνώντων;

Το ζήτημα της παθογένειας του πολιτικού συστήματος όπως αυτό διαμορφώθηκε σε συνθήκες κρίσης έχει συζητηθεί ευρέως. Αυτό που όλοι διαπιστώνουν είναι ότι αυτό το σύστημα ενώ εξασφάλισε τη συμμετοχή μας στην Ε.Ε., την εδραίωση της δημοκρατίας στην χώρα, δεν κατάφερε να μας εξασφαλίσει μια πολιτεία που θα έχει μια εγγενή αναπτυξιακή δυναμική και η οποία θα περιφρουρεί ένα σύστημα αξιών στην κοινωνία. Δεν κατάφερε να μας εξασφαλίσει ένα σύστημα που θα ανταποκρίνεται στις μακροχρόνιες προσδοκίες των Ελλήνων και θα αντιστέκεται στην θεσμική ελευθεριότητα και τις υποσχέσεις άμεσης κατανάλωσης.
Οι χειρότερες επιλογές όλων των κομμάτων ήταν οι επιλογές λαϊκισμού,  που με διάφορες μορφές υιοθετήθηκε όλα αυτά τα χρόνια με αποτέλεσμα να έχουμε συνήθως μια αντιπολίτευση όχι αρκετά υπεύθυνη ώστε να βοηθήσει τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος.
Οι κυβερνήσεις σε κομβικά σημεία κατάφεραν να μας εξασφαλίσουν  μερικές κεντρικές επιλογές που συντηρούν -παρά τα προβλήματα- την χώρα μας μέσα στο σκληρό πυρήνα του ευρώ και των αναπτυγμένων χωρών.

-Σε αυτές τις επιλογές των κομμάτων μας τι ρόλο έπαιξαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί;

Η συμμετοχή μας στην Ένωση δημιούργησε ένα πλαίσιο εκσυγχρονισμού και του λόγου και της πρακτικής σε επίπεδο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Δε μπορεί να δοθεί όμως μια μονοσήμαντη απάντηση. Παράλληλα με τις εξελίξεις στο ελληνικό πολιτικό σύστημα έχουμε και μια εξέλιξη στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα τόσο στην θεσμική του αρχιτεκτονική όσο και στις αρμοδιότητες της Ε.Ε. Υπάρχει ένα αίτημα επαναπροσδιορισμού αυτών των σχέσεων. Η απάντηση στα σημερινά προβλήματα βρίσκεται στην κατεύθυνση της περισσότερης Ευρώπης.

-Από την προσωπική σας επαγγελματική πορεία ποιο θεωρείτε ότι είναι το μεγαλύτερο σφάλμα του ελληνικού δημόσιου τομέα και ποιο του ιδιωτικού τομέα στην χώρα μας;

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο Δημόσιο είναι η απώλεια της ανεξαρτησίας της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτό δημιουργεί ένα υπόβαθρο διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας. Το ζήτημα δεν είναι πρωτίστως ποσοτικό αλλά αφορά στην ποιοτική λειτουργία του Δημοσίου. Αυτό που έχει σημασία είναι το Δημόσιο να απεξαρτηθεί από πολιτικές σκοπιμότητες, να έχει σαφείς στόχους έναντι της κοινωνίας που το χρηματοδοτεί, να ελέγχεται για την επίτευξη αυτών των στόχων και να υιοθετεί τα πιο σύγχρονα μέσα διοίκησης και επικοινωνίας με τον πολίτη. Αν αυτά γίνουν θα δούμε τι μορφή και τι μέγεθος πρέπει να έχει το Δημόσιο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα είναι ο εναγκαλισμός του με το Κράτος. Έχουμε μία τάξη άξιων επιχειρηματιών, κυρίως εξαγωγικού προσανατολισμού, αλλά και ένα μεγάλο κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου που είναι φορέας μιας ψευδεπίγραφης επιχειρηματικότητας, που στην ουσία δεν εκτίθεται στους κανόνες της Αγοράς, αυτοπροστατεύεται μέσα από το Κράτος και είναι συνυπεύθυνο για την ανάπτυξη της διαφθοράς στην χώρα.

-Σε σχέση με την Κοινή Αγροτική Πολιτική έχει γίνει πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια. Σε αυτήν την κρίση τι ρόλο μπορούμε να πούμε ότι συνολικά έχει διαδραματίσει η ΚΑΠ για την χώρα μας;

Θυμάμαι εποχές πριν την ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ, που ο αγροτικός κόσμος ζούσε μέσα στην φτώχεια, την ανασφάλεια και με τεράστιες δυσκολίες. Τείνουμε να εξιδανικεύσουμε εκείνη την εποχή,  αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τα πραγματικά της χαρακτηριστικά όπως τα είδαμε στην γενιά των παππούδων ή των γονιών μας. Η συμμετοχή μας στην Ένωση βελτίωσε αποφασιστικά το επίπεδο ευμάρειας στην περιφέρεια και έδωσε ευκαιρίες σε πολλούς καλλιεργητές να εκσυγχρονιστούν. Το πρόβλημα είναι ότι οι ευκαιρίες σε μεγάλο βαθμό απωλέστηκαν γιατί υπήρξε και εκεί ένας λαϊκισμός στην Ελλάδα και μία στροφή προς το καταναλωτικό πρότυπο. Τώρα βρισκόμαστε σε ένα νέο σταυροδρόμι. Η ίδια η Ε.Ε. επαναπροσδιορίζει την ΚΑΠ και δημιουργούνται νέες ευκαιρίες για νέους αγρότες που θα έχουν μια τελείως διαφορετική προσέγγιση προς την πρωτογενή παραγωγή. Έτσι, όσοι στραφούν προς τα εκεί έχουν την ευκαιρία να επιβιώσουν της κρίσης με όρους πιο σύγχρονης προσέγγισης προς τον πρωτογενή τομέα.

-Με βάση και τις σπουδές σας και γενικά την πορεία σας, ποιες πιστεύετε ότι είναι οι βασικές προϋποθέσεις για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων από μία χώρα;

Τα κριτήρια που εξετάζουν είναι δύο ειδών. Αυτά που έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα και σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά της χώρας, όπως π.χ. η γεωγραφική θέση, οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι, οι ευκαιρίες από γεωστρατηγικούς συσχετισμούς (όπως π.χ. στον χώρο της ενέργειας) και ζητήματα εφαρμογής της υπάρχουσας τεχνολογίας ανά κάθε στιγμή στις συνθήκες που επικρατούν στην χώρα. Αυτά προφανώς δε μπορούμε να τα επηρεάσουμε αλλά η χώρα μας είναι εξαιρετικά προικισμένη σε αυτά τα ζητήματα.
Αυτά που μπορούμε να επηρεάσουμε για να κάνουμε την χώρα μας πιο ελκυστική σε επενδύσεις πραγματικά παραγωγικές που σέβονται και το αναπτυξιακό πρότυπο που θέλει να αναπτύξει η χώρα μας είναι οι εξής: προβλεψιμότητα και σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος (σταθερή πολιτική ζωή, σταθερό φορολογικό καθεστώς, σταθερό νομοθετικό καθεστώς) -εδώ έχουμε προτέρημα στο βαθμό που συμμετέχουμε στην Ε.Ε.
Ανθρώπινο δυναμικό. Θα πρέπει να το αναπτύξουμε. Το πόσο ακριβό ή φθηνό είναι δεν έχει να κάνει με τον απόλυτο μισθό, αλλά με την παραγωγικότητα που έχει, σε σχέση με το μισθό που παίρνει. Άρα, πιστεύω ότι είναι ανώφελο να προσπαθήσουμε να συμπιέσουμε τις αποδοχές των εργαζομένων, μα πολύ πιο πρόσφορο να βελτιώσουμε την αποδοτικότητά τους.

-Με αφορμή το μεταπτυχιακό σας στην οικονομική ανάπτυξη του 3ου κόσμου, σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι η Ε.Ε. επωφελήθηκε της εξαθλίωσή τους και τι ισορροπίες διαμορφώνονται σήμερα;

Η ιστορία έχει αλλάξει «στάδια», δεν έχει απλά εξελιχθεί. Υπάρχει μια συζήτηση για το ρόλο κάποιων δυνάμεων της Ένωσης, οι οποίες είχαν ένα αποικιοκρατικό παρελθόν. Κυρίως η Μ. Βρετανία και η Γαλλία. Αυτό είναι μια παλιά ιστορία που άφησε το στίγμα της στα πρώτα στάδια της αναπτυξιακής πολιτικής και των σχέσεων εν γένει της Ε.Ε. με τον 3ο κόσμο. Η παγκοσμιοποίηση, όμως, ανακάτεψε πλήρως την τράπουλα. Χώρες που δεν ήταν «απειλή» σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας για την Ευρώπη πριν 10 χρόνια, αυτή τη στιγμή είναι πιο ανταγωνιστικές από την Ένωση. Αυτός είναι εν πολλοίς και ο λόγος που βιώνουμε σήμερα αυτήν την πίεση προς το κοινωνικό μοντέλο της Ευρώπης. Με λίγα λόγια, ή γινόμαστε πιο παραγωγικοί για να υπερασπίσουμε το επίπεδο ευημερίας στο οποίο όλοι φιλοδοξούμε ή θα πρέπει αναγκαστικά να διαχειριστούμε με όρους δικαιοσύνης μια πιο φτωχή ζωή για την Ευρώπη. Η ανάπτυξη στον κόσμο απλώνεται κατά κύματα και σιγά-σιγά καλύπτει όλον τον κόσμο. Στην Ασία έχουμε δει άλματα αναπτυξιακά. Άνθρωποι που γνωρίζουν τα πράγματα αισθάνονται ότι η επόμενη έκπληξη μπορεί να έρθει κι από την Αφρική. Για να ανακεφαλαιώσουμε, η σχέση είναι δυναμική αλλά η σημερινή αλληλεξάρτηση αυξάνεται διαρκώς.

-Ιστορικά πως επηρέασε η πτώση της ΕΣΣΔ την εξέλιξη της Ε.Ε.;

Καταρχήν οι μισές χώρες της Ε.Ε. σήμερα δεν θα μπορούσαν να είναι στην Ένωση όσο διαρκούσε ο ψυχρός πόλεμος. Η Ε.Ε. πήρε μεγάλο μερίδιο της ευθύνης της αποκατάστασης του μετα-ψυχροπολεμικού κόσμου ενσωματώνοντας με μεγάλο κόστος όλες τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Το πόση σημασία έχει αυτό για την ειρήνη στην Ευρώπη, αρκεί να αναλογιστούμε τι συνέβη στην Γιουγκοσλαβία, που δεν πρόλαβε να περάσει στην ευρωπαϊκή οικογένεια πριν ξεσπάσει εμφύλιος. Βλέπουμε ότι κάθε μία από τις χώρες που προέκυψαν από την διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας προσπαθεί να ενταχθεί σήμερα στην Ένωση γιατί ξέρει ότι εκεί θα βρει ένα λιμάνι ευημερίας και πολιτισμού. Άρα, η Ευρώπη απασχολήθηκε για ένα τέταρτο του αιώνα για να επουλώσει τις πληγές που άνοιξε ο Ψυχρός πόλεμος στην Ευρωπαϊκή ήπειρο. Η νέα μορφή της Ε.Ε. έχει διαφορετικές ανάγκες και διαφορετικά χαρακτηριστικά. Έχει σαφώς λιγότερη ομοιογένεια σήμερα. Γι αυτό χρειάστηκε επανειλημμένως να κάνει θεσμικά άλματα (βλ. Λισαβόνα, Άμστερνταμ) για να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες.

-Ποια η σχέση της Ε.Ε. με τις ΗΠΑ;

Η σχέση αυτή πέρασε από πολλά στάδια. Οι αρχικές χώρες της ΕΟΚ ήταν χώρες-σύμμαχοι των ΗΠΑ στον Β΄ΠΠ και βασίστηκαν πάρα πολύ στη συμμαχία αυτή για ην ασφάλειά τους στον Ψυχρό Πόλεμο και για την ανάπτυξή τους. Στην πορεία υπάρχει μια μεγαλύτερη αυτονόμηση. Σήμερα μιλάμε για δυο συμμαχικούς πόλους που ο καθένας έχει μια διακριτή παρουσία στον κόσμο. Οι ΗΠΑ είναι μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Η Ευρώπη επειδή έχει ατελή πολιτική Ένωση έχει μια παρουσία υψηλής επιρροής σε όλο τον κόσμο με το παράδειγμα, με το νόμισμα και το ειδικό της βάρος ως η μεγαλύτερη εμπορική δύναμη του κόσμου με μια αγορά 500 εκ. ανθρώπων ενός επιπέδου ευμάρειας, αλλά δεν έχει στρατιωτική ισχύ, οπότε πρόκειται για μια «ήπια» δύναμη.
Η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ υφίστανται τις επιπτώσεις της μετατόπισης της ανταγωνιστικότητας προς άλλα σημεία του κόσμου, όπως η Κίνα κι η Λατινική Αμερική. Έχει ξεκινήσει ήδη μια πολιτική πρωτοβουλία για την δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς διατλαντικής μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. Εάν ολοκληρωθεί αυτό το βήμα, μιλάμε για μια τεκτονική αλλαγή στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη που ευνοεί και τους δυο πόλους.
Παρόλ’ αυτά, βλέπετε ότι ο διαφορετικός ρόλος στον κόσμο οδηγεί συχνά σε συγκρούσεις, όπως η συζήτηση περί παρακολουθήσεων πολιτικών και πολιτών της Ε.Ε. από τις υπηρεσίες των ΗΠΑ και μια σειρά διαφορετικών αντιλήψεων, όπως π.χ. το ζήτημα των κλωνοποιημένων προϊόντων ή το ζήτημα του περιβάλλοντος που οι ΗΠΑ υποβαθμίζουν.

-Πως αξιολογεί η Ε.Ε. την πανευρωπαϊκή πρωτοφανή άνοδο της ανεργίας; Τι μπορεί να κάνει ειδικά για την περίπτωση της χώρας μας;

Η άνοδος της ανεργίας είναι απότοκο της κρίσης. Άρα, οποιαδήποτε βήματα επιτρέψουν στην Ευρώπη να αντιμετωπίσει την κρίση είναι και βήματα προς την αντιμετώπιση της ανεργίας. Αυτό είναι το αναπτυξιακό κομμάτι. Υπάρχουν όμως και μέρη της Ευρώπης, όπως ο νότος, που έχουν θιγεί πολύ περισσότερο. Χωρίς να χάνουμε τη στόχευσή μας για απάντηση στο αναπτυξιακό μέρος, θα πρέπει η Ευρώπη να δώσει κάποιες απαντήσεις και προοπτικές χρησιμοποιώντας εργαλεία όπως το ευρωπαϊκό κοινωνικό ταμείο για να ανακουφίσει τα συμπτώματα και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός ανθρώπινου δυναμικού σύγχρονου που θα μπορέσει να εξυπηρετήσει τις νέες ανάγκες.

-Πως αξιολογεί η Ε.Ε. την πανευρωπαϊκή άνοδο φιλοναζιστικών και φιλορατσιστικών κινημάτων;

Η Ευρώπη γεννήθηκε μέσα από τη σύγκρουση με το ναζισμό, έτσι στο σύνολό της είναι εξαιρετικά ευαίσθητη σε οποιαδήποτε τέτοια φαινόμενα. Στο πλαίσιο των πολύ συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων των ευρωπαϊκών θεσμών έναντι των «κυρίαρχων» κρατών-μελών, γίνονται όποια βήματα χρειάζονται. Απ’ ότι αντιλαμβάνομαι από συζητήσεις με συναδέλφους, υπάρχει μεγάλη ανησυχία ότι η κρίση πραγματικά τροφοδοτεί φαινόμενα λαϊκισμού, ρατσισμού και ακραίων πολιτικών συμπεριφορών που σαφώς αντιστρατεύονται τον ιδεολογικό πυρήνα της Ένωσης.

-Σχετικά με αυτό, τον ερχόμενο Μάη έχουμε τις Ευρωεκλογές. Με ποια κριτήρια πιστεύετε ότι πρέπει να ψηφίσει ο Έλληνας ψηφοφόρος;

Ο πολίτης που πιστεύει ότι η απάντηση στη σημερινή κρίση είναι μέσα από μια πιο ενωμένη Ευρώπη, θα πρέπει να επιλέξει αντιπροσώπους στην ευρωβουλή που θα υπηρετήσουν αυτό το όραμα. Ανθρώπους που έχουν την ικανότητα να επηρεάσουν θετικά τις εξελίξεις προς αυτήν την κατεύθυνση εκπροσωπώντας, όμως, δυναμικά τα συμφέροντα των Ελλήνων πολιτών. Συγχρόνως θα πρέπει να γνωρίζουμε τους σημαντικούς κινδύνους που ενέχονται σε μια ευρωβουλή που θα έχει ισχυρή αντιευρωπαϊκή νότα τη στιγμή που θα χρειαστούν γενναία βήματα προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

-Ποια πιστεύετε ότι είναι τα περιθώρια που έχουμε να διαπραγματευτούμε το ελληνικό πρόγραμμα σήμερα, εντός της Ένωσης;

Όλες οι διαπραγματεύσεις γενικότερα, αλλά εντός της Ε.Ε ειδικότερα είναι δυναμικές έννοιες που ενσωματώνουν κάθε στιγμή την πραγματικότητα που επικρατεί. Θυμίζω ότι η αντίληψη για το ελληνικό πρόβλημα ήταν εντελώς διαφορετική από σήμερα. Τότε νόμιζαν ότι το πρόβλημα είναι αποκλειστικά δικό μας. Τώρα ξέρουν ότι το πρόβλημα είναι συλλογικό και έτσι πρέπει να αντιμετωπιστεί. Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος: ασχέτως του τι μας ζητείται να κάνουμε από την τρόικα εμείς θα πρέπει να έχουμε μια δική μας αντίληψη για το που θέλουμε να πάμε την χώρα μας. Αν εμείς προτείνουμε κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την έξοδό μας από την κρίση αποτελεσματικά χωρίς κουβέντες και υπεκφυγές, θα υιοθετηθεί από την τρόικα και σίγουρα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σε κάθε επίπεδο
Αυτό που πρέπει να καταφέρουμε όλοι μαζί σαν Έλληνες είναι να ξεπεράσουμε τις αδυναμίες που μέχρι τώρα μας έχουν οδηγήσει από αναθεώρηση σε αναθεώρηση του προγράμματος να έχουμε χειρότερα μέτρα. Αν όλα πάνε καλά με την επόμενη αναθεώρηση θα έχουμε ελάφρυνση των μέτρων. Να υπογραμμίσω την δέσμευση ότι από τη στιγμή που θα παρουσιάσουμε σαφή δείγματα, με πρώτο το πρωτογενές πλεόνασμα, θα ανοίξει η συζήτηση για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους. Αλλάζουν έτσι τα μαθηματικά της συζήτησής μας.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου